Αυτές τις μέρες στο μυαλό όλων έρχεται το τραγικό δυστύχημα. Οι λέξεις αδυνατούν να εκφράσουν τον πόνο, τη θλίψη, αλλά και τον θυμό. Η ελληνική κοινωνία βιώνει συλλογικά αυτή την κατάσταση και συμμετέχει μαζικά στις ειρηνικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σε όλη την Ελλάδα. Νέοι άνθρωποι, εργαζόμενοι, σωματεία, αρθρώνουν μια κραυγή αγωνίας για τη σημερινή κατάσταση και ζητάνε απαντήσεις σε συγκεκριμένα ερωτήματα, τα οποία αποφεύγει συστηματικά και με επικοινωνιακά τεχνάσματα να απαντήσει η κυβέρνηση.
Ο κ. Μητσοτάκης έσπευσε να προεξοφλήσει ότι την ευθύνη την έχει κυρίως ο σταθμάρχης για τη μεγάλη τραγωδία στα Τέμπη, αλλά και να προδικάσει το αποτέλεσμα μιας έρευνας, η οποία δεν είχε καν αρχίσει. Δεν είχε το θάρρος, όμως, να απαντήσει γιατί η κυβέρνηση αγνόησε τις διαρκείς προειδοποιήσεις των εργαζομένων, των συνδικαλιστών, των σωματείων στο χώρο των σιδηροδρομικών μεταφορών.
Ο κ. Καραμανλής σχεδόν δέκα μέρες πριν το δυστύχημα κατήγγειλε τους βουλευτές της αντιπολίτευσης για το γεγονός ότι θέτουν ζήτημα ασφάλειας των τρένων. Επί ΝΔ καταργήθηκε η υπηρεσία δευτεροβάθμιου ελέγχου, η οποία λειτουργούσε στην Αθήνα μέχρι το 2020. Και επισημάνθηκε από τους πρώην επικεφαλής Ασφαλείας της ΤΡΑΙΝΟΣΕ ότι ήταν ακριβώς αυτό το δευτεροβάθμιο κέντρο ελέγχου που αν και δεν λειτουργούσε με τα πιο σύγχρονα συστήματα, ήταν μια δικλείδα ασφαλείας έναντι των ανθρώπινων λαθών που θα μπορούσαν να συμβούν.
Η κυβέρνηση αρνείται να απαντήσει γιατί το αρμόδιο υπουργείο εγκατέλειψε τον σταθμό τηλεδιοίκησης στη Λάρισα μετά την πυρκαγιά του 2019. Ο συγκεκριμένος σταθμός στη Λάρισα θα μπορούσε να αποτρέψει το τραγικό δυστύχημα. Αρνείται, επίσης, να απαντήσει, γιατί με τη συμπληρωματική σύμβαση που υπέγραψε χάρισε στην εταιρία 600 εκατομμύρια, τα οποία όφειλε η ΤΡΑΙΝΟΣΕ να επενδύσει στον σιδηρόδρομο και προχώρησε σε εκπτώσεις στις υποχρεώσεις ασφαλείας του Ελληνικού Δημοσίου με βάση την ίδια σύμβαση. Αρνείται, τέλος, να απαντήσει γιατί απαξίωσε τον ΟΣΕ με τη δραματική μείωση των υπαλλήλων του, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ, σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες και με μεγάλους μνημονιακούς καταναγκασμούς, τον παρέδωσε το 2019 με 1300 υπαλλήλους.
Αντί, λοιπόν, ο κ. Μητσοτάκης, να απαντήσει στα συγκεκριμένα αυτά ερωτήματα και σε πολλά άλλα που ανακύπτουν αυτές τις μέρες, το μόνο που είχε να κάνει ήταν να υποδείξει στον Κ. Ντογιάκο ότι στη δικογραφία πρέπει να συμπεριληφθεί το πόρισμα μιας επιτροπής, την οποία διόρισε ο ίδιος και δεν έχει καμία νομική ή θεσμική υπόσταση.
Η ανάληψη ευθύνης δεν συνάδει με το «όλοι φταίνε». Ο κ. Μητσοτάκης κυβερνάει τη χώρα τα τέσσερα χρόνια και το κόμμα στο οποίο ηγείται τα μισά χρόνια από τη μεταπολίτευση. Και αυτά τα τελευταία τέσσερα χρόνια απαξιώθηκαν πολλές δικλείδες ασφαλείας, που θα μπορούσαν να είχαν αποτρέψει το δυστύχημα. Τώρα υπόσχεται ότι θα κάνει σε λίγες μέρες μέχρι τις εκλογές όσα δεν έκανε τέσσερα χρόνια.
Ακόμη μια φορά παρακολουθούμε την απόλυτη απαξίωση του κράτους δικαίου και την κατάργηση κάθε έννοιας λογοδοσίας εκ μέρους των κυβερνώντων. Αυτό που κυριαρχεί στη διακυβέρνηση της ΝΔ είναι το χάος, οι πελατειακές σχέσεις, η αναξιοκρατία και η απαξίωση υποδομών και υπηρεσιών με δραματικές συνέπειες για την κοινωνία.
Γιατί στην πραγματικότητα ο στόχος τους είναι να ιδιωτικοποιηθεί το σιδηροδρομικό δίκτυο. Αυτή είναι η δική τους στρατηγική επιδίωξη. Η ιδιωτικοποίηση δημόσιων υποδομών και κοινών αγαθών. Γιατί ακόμη και την ύστατη ώρα της θητείας της αυτή η κυβέρνηση προχωράει σε νομοθετική παρέμβαση που ανοίγει τον δρόμο για την ιδιωτικοποίηση του νερού.
Η κινητοποίηση της κοινωνίας στις 8 του Μάρτη έθεσε νέα δεδομένα στη συγκυρία. Γιατί η κοινωνία αναζητά την αλήθεια, ζητά δικαιοσύνη και στέκεται απέναντι στην προσπάθεια συγκάλυψης και αποκρουστικής απεμπόλησης των ευθυνών.
Αυτή η κυβέρνηση δεν μπορεί να εγγυηθεί ούτε τη σταθερότητα ούτε την ασφάλεια ούτε την κοινωνική συνοχή. Αυτή η χώρα δεν μπορεί να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο. Χρειάζεται απόλυτη προσήλωση στη στήριξη των κρίσιμων των δημόσιων υποδομών, στην ενίσχυση του δημόσιου τομέα, στην προστασία των κοινών αγαθών και στη βελτιστοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών. Γιατί η ασφάλεια των πολιτών είναι πάνω απ’ όλα. Απέναντι σε αυτή την πολιτική απαιτείται η χάραξη μιας άλλης πορείας για τον τόπο, προοδευτικής διακυβέρνησης και δημοκρατικής αναγέννησης.
*Ο Βασίλης Τσίρκας είναι δικηγόρος, πρώην βουλευτής, μέλος Κεντρικής Επιτροπής ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, υποψήφιος βουλευτής Άρτας.