Η εκπομπή βρέθηκε πάλι στη Βέροια για επιτόπια έρευνα στην παλιά εβραϊκή συνοικία και μίλησε με υπεύθυνους του Δήμου, με εργολάβους, αλλά και με κατοίκους της περιοχής.
Κατά τη διάρκεια της ζωντανής εκπομπής, έφτασαν σημαντικές μαρτυρίες, τόσο για το σημείο ταφής, όσο και για ένα άτομο που γνωρίζει και μέχρι σήμερα δεν έχει μιλήσει. Η Αγγελική Νικολούλη εντόπισε το πρόσωπο αυτό και μίλησε μαζί της.
Κάτοικος της Μπαρμπούτας μετέφερε στο «Τούνελ» τα όσα συνέβησαν το καλοκαίρι στην περιοχή.
«Το καλοκαίρι που μας πέρασε είδα δύο άτομα της Ασφάλειας με πολιτικά ρούχα στην πλατεία και έμαθα πως ήρθαν να ερευνήσουν για τον Άλεξ. Τώρα σε ποια σπίτια ρώτησαν κλπ, δεν το γνωρίζω. Κινούνταν για έρευνες προς το ποτάμι, αλλά και από την κάτω πλευρά των παλαιών κτιρίων. Εγώ αυτό που είδα το καλοκαίρι, αυτό και σας μεταφέρω. Δεν ξέρω καν εάν βρήκαν κάτι ή εάν μπόρεσαν να πάνε στην πίσω πλευρά του ποταμού. Αυτό το γνωρίζει μόνο η Ασφάλεια», κατέληξε η μάρτυρας.
«Μπορεί να έσκαβαν παράνομα εδώ…»
O Σάββας Θεοδωρίδης, μηχανικός του Δήμου Βέροιας μιλώντας με τη δημοσιογράφο της εκπομπής, αναφέρθηκε στα παλιά κτίρια της περιοχής.
«Είχε γίνει η ανακαίνιση της εβραϊκής συναγωγής και στον περιβάλλοντα χώρο και τα κλειδιά τα είχε κάποιος υπεύθυνος του Δήμου Βέροιας. Το διπλανό κτίριο, νομίζω ανακαινίστηκε λίγο αργότερα», τόνισε ο κύριος Θεοδωρίδης, ενώ εξέφρασε και την σιγουριά του πως η μάρτυρας που εμποδίστηκε να περάσει από ένα συγκεκριμένο σημείο από «εργάτες» με κίτρινα γιλέκα, δε μιλάει για υπαλλήλους του Δήμου.
«Ήταν ιδιώτες που έκαναν κάποια ιδιωτική δουλειά παράνομη ή μη. Αυτό καταλαβαίνω εγώ», τόνισε.
Στο «Τούνελ» μίλησε και η ξεναγός Εβραϊκής συνοικίας Μπαρμπούτας, Μαρία Ψυχάρη. Ανέφερε πως εκείνη την περίοδο του Άλεξ, η περιοχή είχε μία τελείως διαφορετική εικόνα, ερημική και εγκαταλελειμμένη.
Κάτοικος της περιοχής έκανε λόγο για πολλά σκοτεινά σημεία, καθώς τότε στους εξωτερικούς χώρους δεν υπήρχε ούτε φωτισμός.
Νέες επιστημονικές μέθοδοι του ΑΠΘ στη μάχη της έρευνας…
Ο Καθηγητής – Διευθυντής Εργαστηρίου Εφαρμοσμένης Γεωφυσικής του ΑΠΘ, Γρηγόρης Τσόκας, μίλησε στην κάμερα του «Τούνελ» για τις νέες επιστημονικές μεθόδους που εφαρμόζονται και σε παρόμοιες υποθέσεις ερευνών.
«Συνήθως ανιχνεύονται τα λαξεύματα, δηλαδή το σκάψιμο για να γίνει ο τάφος. Πρέπει να είναι συγκεκριμένες οι γεωφυσικές συνθήκες στο υπέδαφος για να μπορέσουμε να κάνουμε αυτή την ανίχνευση. Τα δεκαέξι χρόνια που έχουν περάσει σε αυτή την υπόθεση δεν είναι πρόβλημα. Τα οστά δεν ανιχνεύονται με τίποτα. Εάν θα πάμε, θα πάμε να κάνουμε έμμεσο εντοπισμό, μέσω του λαξεύματος. Σίγουρα θα βοηθήσει το γεγονός της ταφής, εάν αυτή έχει γίνει σε μικρό βάθος», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο καθηγητής έδειξε στην κάμερα της εκπομπής τη μέθοδο με την οποία εντοπίζουν τάφους μέσω των αλλοιώσεων του υπεδάφους.
«Το εργαστήριό μου έχει αναπτύξει κάποιες μεθόδους και σήμερα έχουμε ένα πρόγραμμα με το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Αμύνης για τον εντοπισμό τάφων των πεσόντων στον ελληνοαλβανικό πόλεμο, όπου πηγαίνουμε πάρα πολύ καλά. Έχουν γίνει αρκετές ανιχνεύσεις τάφων ηρώων μας», κατέληξε ο καθηγητής.
«Όταν κατέθεσα για τα παιδιά και το καρότσι, δεν με πίστευαν…»
Το «Τούνελ» μίλησε μ’ έναν σημαντικό μάρτυρα, ο οποίος είχε καταθέσει στις Αρχές τα όσα σοκαριστικά είδε να διαδραματίζονται μπροστά του. Η μαρτυρία του έρχεται να «δέσει» με τα όσα είχαν ομολογήσει αρχικά τα παιδιά στην αστυνομία και είχαν αποκαλύψει και στην εκπομπή.
«Τα παιδιά τότε με δυσκολέψανε, γιατί κατέβαινα με ένα φορτηγάκι και ο δρόμος είχε χιόνια. Kαι λέω τι κάνουνε τώρα, θα βγουν μπροστά μου, γιατί τέλειωνε το πεζοδρόμιο σ’ εκείνο το σημείο. Σκέφτηκα “πως θα σταματήσω το φορτηγάκι; Τι κάνουν τα παλιόπαιδα;” Οι τέσσερις κρατούσαν το καρότσι και ο πιο μικρός έτρεχε μπροστά τους. Από αυτό που είδα εγώ, φαινόταν ένα πόδι να εξέχει. “Ωχ” λέω, “ωραίο παιχνίδι διάλεξαν, άμα τους φύγει αυτός στο καρότσι, δεν θα μείνει τίποτα”. Το καρότσι δεν ήταν οικοδομικό όπως λέγανε. Ήταν από εκείνα τα παλιά του σουπερμάρκετ, χαλασμένο και δεμένο στις ρόδες με σανίδια», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Το εξοργιστικό στην όλη υπόθεση είναι πως στην αρχή η μαρτυρία του πέρασε… στα ψηλά από τις Αρχές.
«Κατεβαίνανε από το σπίτι των βλάχων, όπως λέγεται. Είναι από πάνω από την πλατεία, που είναι ο πλάτανος. Μετά τη στροφή ακριβώς πέτυχα εγώ τα παιδιά. Στο δρόμο για Μπαρμπούτα δηλαδή, εκεί έχει ένα πλακόστρωτο μονοπατάκι, που κατηφορίζει και μπαίνει μέσα στο ποτάμι», πρόσθεσε ο μάρτυρας.
«Οι άνδρες με τα κίτρινα γιλέκα, δεν έσκαβαν τότε για μας…»
O Σάββας Θεοδωρίδης είναι ο παλαιότερος μηχανικός του Δήμου Βέροιας και διατηρεί την ίδια θέση από την εποχή της εξαφάνισης και δολοφονίας του μικρού μαθητή. Μιλώντας στην κάμερα του «Τούνελ», αναφέρθηκε και στα κίτρινα γιλέκα των εργατών και στο πόσο εύκολο ήταν να τα προμηθευτεί κάποιος.
«Οι εργασίες από πλευράς του Δήμου είχαν σταματήσει τότε στην περιοχή. Το κρύο που είχε εκείνη την περίοδο ήταν απαγορευτικό για οποιαδήποτε τεχνική εργασία που συμπεριλαμβάνει τσιμέντα, ασφάλτους κλπ, καθώς επικρατούσε ολικός παγετός, δεν το συζητάμε», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κύριος Θεοδωρίδης.
Για τα κίτρινα γιλέκα που φορούσαν κάποιοι την επίμαχη ημέρα, είπε:
«Τα χρησιμοποιούμε τα γιλέκα αυτά όταν κάνουμε εργασίες. Αυτά όμως μπορεί να τα βρει ο καθένας στο εμπόριο με δύο – τρία ευρώ. Εκείνη την εποχή απασχολούσαμε διακόσιους – τριακόσιους εργάτες σε μία σεζόν και τους τα παρείχαμε σαν μέσα ατομικής προστασίας. Μπορούσε να τα πάρει ο καθένας σπίτι του, να τα δώσει σ’ έναν φίλο του…»
Ο ίδιος δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο οι άνδρες αυτοί που είδε η μάρτυρας, να παρίσταναν τους εργάτες.
Διαβάστε λεπτομέρειες για την υπόθεση εδώ.