Στα πρότυπα της ΕΕ το νέο φορολογικό πλαίσιο – Τι εξετάζει το Υπουργείο Οικονομικών
Προς μια σημαντική τομή που αλλάζει τα δεδομένα στο επιχειρηματικό περιβάλλον προσανατολίζεται η ελληνική κυβέρνηση, εξετάζοντας σοβαρά τη θεσμοθέτηση των προκαταρκτικών φορολογικών αποφάσεων. Πρόκειται για το εργαλείο των Advance Tax Rulings (ATR), μια πρακτική με βαθιές ρίζες σε ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, που έρχεται να απαντήσει στο χρόνιο αίτημα των επενδυτών για φορολογική σταθερότητα. Η κεντρική φιλοσοφία της πρωτοβουλίας εστιάζει στην εξάλειψη της αβεβαιότητας, καθώς επιτρέπει στις επιχειρήσεις και στα φυσικά πρόσωπα να λαμβάνουν μια επίσημη και δεσμευτική ερμηνεία της νομοθεσίας πριν καν προχωρήσουν σε μια συναλλαγή. Με τον τρόπο αυτό, ο σχεδιασμός μεγάλων επενδύσεων ή σύνθετων επιχειρηματικών κινήσεων θωρακίζεται έναντι μελλοντικών ερμηνευτικών διαφορών με τη φορολογική διοίκηση, δημιουργώντας ένα κλίμα ασφάλειας που αποτελεί μαγνήτη για εγχώρια και ξένα κεφάλαια.
Η υιοθέτηση ενός τέτοιου συστήματος αποτελεί, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σφραγίδα ωριμότητας για κάθε σύγχρονο φορολογικό σύστημα. Τα πλεονεκτήματα είναι πολλαπλά, καθώς πέρα από τη διευκόλυνση του επιχειρείν, ενισχύεται η φορολογική συμμόρφωση και μειώνεται ο όγκος των μελλοντικών δικαστικών διενέξεων. Ωστόσο, η μετάβαση σε αυτό το καθεστώς απαιτεί προσεκτικά βήματα και δικλείδες ασφαλείας για την αποφυγή φαινομένων έλλειψης διαφάνειας. Το ΔΝΤ υπογραμμίζει την ανάγκη για ένα στιβαρό νομικό πλαίσιο όπου οι αποφάσεις θα εκδίδονται από μια κεντρική, εξειδικευμένη μονάδα και θα δημοσιοποιούνται σε ανωνυμοποιημένη μορφή. Η στρατηγική αυτή διασφαλίζει ότι όλοι οι παίκτες της αγοράς έχουν πρόσβαση στην ίδια πληροφόρηση, αποτρέποντας την προνομιακή μεταχείριση και τον κίνδυνο αθέμιτων κρατικών ενισχύσεων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν τριγμούς στις σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Κομβικό σημείο του νέου πλαισίου αποτελεί ο δεσμευτικός χαρακτήρας των αποφάσεων για τη φορολογική αρχή, γεγονός που προσφέρει πλήρη προστασία στον φορολογούμενο από αναδρομικούς φόρους και πρόστιμα, εφόσον βέβαια τηρούνται πιστά οι όροι της αρχικής συμφωνίας. Παράλληλα, η κυβέρνηση καλείται να ισορροπήσει το διοικητικό κόστος με τα οφέλη της μεταρρύθμισης, λαμβάνοντας υπόψη τη διεθνή διάσταση του θέματος. Σε έναν παγκοσμιοποιημένο οικονομικό χάρτη, οι προκαταρκτικές αποφάσεις συχνά επηρεάζουν τη φορολογική βάση άλλων κρατών, καθιστώντας επιβεβλημένη τη στενή συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο των κανόνων του ΟΟΣΑ και της ΕΕ. Με την κίνηση αυτή, η Ελλάδα φιλοδοξεί να ευθυγραμμιστεί με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές, μετατρέποντας τη φορολογική διοίκηση από ελεγκτικό μηχανισμό σε στρατηγικό εταίρο της υγιούς οικονομικής δραστηριότητας.