Γεωπολιτικός χειμώνας στη Γερμανία: Η βιομηχανική καρδιά της Ευρώπης σε «ελεύθερη πτώση»
Σε μια περίοδο έντονων γεωπολιτικών αναταράξεων, η γερμανική οικονομία, η παραδοσιακή «ατμομηχανή» της Ευρώπης, φαίνεται να εισέρχεται σε έναν μακρύ και δύσκολο «γεωπολιτικό χειμώνα». Σύμφωνα με αναλύσεις που δημοσιεύει ο «Ριζοσπάστης», η κατάσταση που διαμορφώνεται υπερβαίνει τα όρια μιας απλής οικονομικής κάμψης, λαμβάνοντας χαρακτηριστικά βαθιάς δομικής κρίσης. Η γερμανική βιομηχανία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια ιστορική υποχώρηση, καθώς η παραγωγή αναμένεται να μειωθεί για τέταρτη συνεχή χρονιά, την ώρα που κορυφαίοι παράγοντες της αγοράς, όπως ο πρόεδρος των Γερμανών βιομηχάνων, προειδοποιούν για την εντονότερη κρίση από την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας.
Η αποβιομηχάνιση της Ευρώπης τείνει να λάβει μόνιμα χαρακτηριστικά, με τις μετεγκαταστάσεις εργοστασίων να ξεπερνούν κατά πολύ τις νέες επενδύσεις. Από το 2019, η αναλογία είναι συντριπτική: για κάθε μία νέα μονάδα που εγκαθίσταται στην Ευρώπη, περισσότερες από τέσσερις αναζητούν διέξοδο σε αγορές με χαμηλότερο κόστος, όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα. Οι βασικοί άξονες αυτής της φυγής κεφαλαίων εντοπίζονται στην εκτόξευση των τιμών ενέργειας μετά την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και στο τεράστιο χάσμα του κόστους παραγωγής. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ στην Ευρωζώνη οι τιμές παραγωγού εκτός ενέργειας αυξήθηκαν κατά 26% από το 2019, στην Κίνα η αντίστοιχη άνοδος περιορίστηκε μόλις στο 1,4%, δίνοντας στα ασιατικά μονοπώλια ένα αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα.
Στο εσωτερικό της Γερμανίας, η κρίση μεταφράζεται σε ένα οδυνηρό ντόμινο πτωχεύσεων και απολύσεων. Μόνο το 2025, τουλάχιστον 22.000 επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο, αφήνοντας πίσω τους πάνω από 280.000 ανέργους. Οι παραδοσιακοί πυλώνες της γερμανικής ισχύος, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και η μεταλλουργία, δέχονται τα ισχυρότερα πλήγματα. Εταιρείες-σύμβολα όπως η Volkswagen, η Mercedes-Benz και η Porsche, μαζί με τους προμηθευτές τους, αναδιαρθρώνονται βίαια, με αποτέλεσμα την απώλεια 50.000 θέσεων εργασίας σε έναν χρόνο μόνο στον κλάδο του αυτοκινήτου. Η «τέλεια καταιγίδα» που περιγράφουν οι αναλυτές συντίθεται από την ενεργειακή ακρίβεια, τη γραφειοκρατία, την «Πράσινη Συμφωνία» που πιέζει την παραδοσιακή βιομηχανία και την κατάρρευση της παγκόσμιας ζήτησης.
Το βαρύτερο τίμημα αυτής της γεωπολιτικής ανακατάταξης καλείται να πληρώσει η εργατική τάξη. Το κόστος ζωής έχει εκτιναχθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε τα χαμηλά εισοδήματα δαπανούν πλέον το 64% του μισθού τους αποκλειστικά για στέγαση και διατροφή. Παράλληλα, η αγοραστική δύναμη παραμένει καθηλωμένη: για το 2025, η πραγματική αύξηση των μισθών μετά την αφαίρεση του πληθωρισμού υπολογίζεται στο πενιχρό 0,4%. Με τους πραγματικούς μισθούς να παραμένουν χαμηλότεροι από τα επίπεδα του 2020, το κλίμα στις εργασιακές σχέσεις αναμένεται να οξυνθεί το 2026, με εκατομμύρια εργαζόμενους σε κρίσιμους τομείς όπως οι σιδηρόδρομοι και το δημόσιο να ετοιμάζονται για σκληρές διαπραγματεύσεις και κινητοποιήσεις.