Η πρώην καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ υπερασπίζεται την πολιτική που ακολούθησε έναντι της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Έχοντας ασχοληθεί πολύ εντατικά με την Ουκρανία, εύχονταν μία πιο ειρηνική περίοδο μετά την αποχώρησή της από την καγκελαρία. Η εξέλιξη όμως ήταν ακριβώς το αντίθετο.
Η Άνγκελα Μέρκελ αποχώρησε επισήμως από την Καγκελαρία το Δεκέμβριο του 2021. Σχεδόν έναν χρόνο από τότε ιδιωτεύει και αποφεύγει επιμελώς δημόσιες, πολιτικές παρεμβάσεις. Στο περιοδικό Spiegel δημοσιεύεται εκτενές αφιέρωμα στη βάση συνομιλίας της με τον δημοσιογράφο Αλεξάντερ Όζανγκ. «Τώρα πια βρίσκομαι στην περίοδο της περισυλλογής», λέει στον δημοσιογράφο η Μέρκελ.
Για τη στάση της έναντι της Ρωσίας, η Μέρκελ διαπιστώνει με απογοήτευση ότι στο τέλος της θητείας της δεν είχε καμία άλλη δυνατότητα να επηρεάσει τον ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Όπως αφηγείται, στην τελευταία επίσκεψή της στη Μόσχα τον Αύγουστο του 2021 αισθάνθηκε ότι από την άποψη της πολιτικής ισχύος, είχε «τελειώσει» και ότι για τον Πούτιν μετρά μόνο η ισχύς. Ενώ μέχρι τότε στις συναντήσεις ήταν οι δυό τους, θεωρεί ενδεικτικό ότι στην τελευταία τους συνάντηση ο Πούτιν είχε μαζί του και τον υπουργό Εξωτερικών Σερεγκέι Λαβρόφ.
Για την κριτική που δέχεται σχετικά με τη στάση της στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008 αλλά και με τη διαπραγμάτευση της συμφωνίας του Μινσκ του 2015 μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, η Μέρκελ απαντά ότι έτσι η Ουκρανία «αγόρασε χρόνο», τον οποίο αξιοποίησε για να προετοιμαστεί για μία επίθεση της Ρωσίας. Η Ουκρανία είναι πλέον μία ισχυρότερη και ανθεκτικότερη χώρα, λέει η Μέρκελ, τότε ήταν βέβαιη ότι τα ρωσικά στρατεύματα του Πούτιν να έκαναν περίπατο στην Ουκρανία. Η ρωσική επίθεση «δεν ήταν έκπληξη».
Το καλοκαίρι του 2021 η Συμφωνία του Μινσκ είχε πλέον «διαβρωθεί» και μάταια προσπάθησε μαζί με τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν να πραγματοποιηθεί μια συνάντηση της ΕΕ με τον Πούτιν. «Δεν είχα όμως πλέον τη δύναμη να επιβληθώ, διότι όλοι γνώριζαν ότι το φθινόπωρο θα φύγω», λέει χαρακτηριστικά. Τονίζει ταυτόχρονα ότι από την άποψη της εξωτερικής πολιτικής δεν είχε «προχωρήσει ούτε ένα χιλιοστό», ούτε στο θέμα της Ουκρανίας, αλλά ούτε σε άλλα ζητήματα όπως της Υπερδνειστερίας, της Μολδαβίας, της Γεωργίας της Αμπχαζίας, της Συρίας και της Λιβύης.
Με τον πρώην αμερικανό πρόεδρο, Μπάρακ Ομπάμα, είχαν καταβάλει κάθε προσπάθεια μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, προκειμένου να αποτραπούν περαιτέρω επιθέσεις της Ρωσίας στην Ουκρανία. Μάλιστα είχαν συμφωνήσει λεπτομερώς στις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Με τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 τελείωσε μια «φάση ευφορίας» της ιστορίας και ο σημερινός κόσμος είναι και πάλι «γεμάτος επιπλοκές», σχολιάζει η Μέρκελ στο δημοσίευμα του Spiegel.
H πρώην καγκελάριος εξαίρει την αντίσταση των Ουκρανών. Ταυτόχρονα εκφράζει την άποψη ότι η Γερμανία δεν θα πρέπει να είναι η πρώτη χώρα που θα στείλει υπερσύγχρονα άρματα στην Ουκρανία. Αναγνωρίζει ότι ο πρόεδρος του Καζακστάν, Τοκάγιεφ, είχε το θάρρος να αρνηθεί δημοσίως να υποστηρίξει τον πόλεμο του Πούτιν. Διαπιστώνει ότι στην Κεντρική Ασία υπάρχει κινητικότητα σε ό,τι αφορά την στάση έναντι της Ρωσίας, και προειδοποίησε ότι στην εξωτερική πολιτική δεν πρέπει να είναι πολύ υψηλές οι προσδοκίες, γιατί «στο τέλος δεν θα απομείνει κανείς που να ανταποκρίνεται στις αξιώσεις μας».
Όχι, δεν μετάνιωσε για την απόφασή της να βάλει τέλος στην πολιτική της καριέρα. Χρειάζονται νέα πρόσωπα, λέει και διαπιστώνει με έκπληξη, πόσα πράγματα μένουν σε εκκρεμότητα μετά από δουλειά 16 ετών.
Ανταπόκριση από Βερολίνο: Γιώργος Παππάς – ertnews.gr